Στη σκιά του παγώματος των δασμών για 90 ημέρες, η Ευρώπη επιχειρεί να επαναφέρει στο τραπέζι των συζητήσεων την αγορά περισσότερου υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ, θεωρώντας ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πιο ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις.
Το ευρωπαϊκό μπλοκ σχεδιάζει εκ νέου τις συνομιλίες για την ενίσχυση των αγορών υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ και προτίθεται να εισέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με συγκεκριμένες προτάσεις, δήλωσαν στο Politico τρεις ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
Είπαν ότι η ΕΕ εξετάζει τρόπους για την ομαδοποίηση της ζήτησης φυσικού αερίου, μία διαδικασία που θα επέτρεπε μεγαλύτερες πανευρωπαϊκές παραγγελίες προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του Λευκού Οίκου, αλλά σε πιο ανταγωνιστικές τιμές.
Η ΕΕ προσπαθεί εδώ και αρκετούς μήνες να εμπλέξει την κυβέρνηση Τραμπ στο εν λόγω ζήτημα, αλλά διπλωμάτες δήλωσαν ότι η προσέγγισή τους προσέκρουσε στην αδιαφορία της Ουάσινγκτον. Τώρα, όμως, τα δεδομένα έχουν αλλάξει, οι αγορές καταρρέουν και οι επιχειρήσεις εκλιπαρούν τον Τραμπ να αλλάξει τακτική.
«Αυτές οι προτάσεις βρίσκονται στο τραπέζι εδώ και καιρό, αλλά ελπίζουμε ότι τώρα υπάρχει η ευκαιρία να σημειωθεί πρόοδος», δήλωσε ένας από τους αξιωματούχους.
Από την πρώτη στιγμή που ο Τραμπ ανέλαβε την εξουσία επιμένει ότι προκειμένου να αποφύγει η ΕΕ τον εμπορικό πόλεμο, θα πρέπει να αγοράζει περισσότερο αμερικανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Η κατάσταση «κλιμακώθηκε» με την επιβολή δασμών 20% στην ΕΕ και τον Ντόναλντ Τραμπ να λέει ότι η ένωση θα πρέπει να δαπανήσει 350 δισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα για αμερικανική ενέργεια για να καλύψει αυτό που ο πρόεδρος θεωρεί ως επίμονο εμπορικό έλλειμμα.
Να εκμεταλλευτούν το μομέντουμ
Σε επικοινωνιακό επίπεδο, οι τόνοι μπορεί να φαίνονται ανεβασμένοι αλλά ΗΠΑ και ΕΕ έχουν στην πραγματικότητα μια σχετικά ισορροπημένη εμπορική σχέση.
Μετά την ανακοίνωση για παύση της επιβολής δασμών για 90 ημέρες, η ΕΕ τρέχει να εκμεταλλευτεί το μομέντουμ και να προωθήσει την προσφορά της για το υγροποιημένο φυσικό αέριο.
Οι αξιωματούχοι έχουν μιλήσει ανοιχτά για την επιθυμία τους να καταναλώνουν περισσότερα αμερικανικά καύσιμα, θεωρώντας ότι έτσι η ήπειρος θα μπορέσει επιτέλους να διακόψει όλους τους ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία.
«Στο μέλλον, θα αγοράζουμε περισσότερο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ», δήλωσε ο Επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ Νταν Γιόργκενσεν την περασμένη Τρίτη (08/04), τονίζοντας παράλληλα ότι οι αγορές θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τους πράσινους στόχους του μπλοκ.
Τούτου λεχθέντος, η ΕΕ μπορεί να κάνει τελικά ελάχιστα πράγματα. Στο τέλος της ημέρας, οι εταιρείες και όχι οι κυβερνήσεις, είναι εκείνες που αγοράζουν το LNG. Και ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι οι εταιρείες τους φέρνουν ήδη όσο το δυνατόν περισσότερο αμερικανικό LNG.
Επίσης, δεν είναι σαφές πόσο καλά θα λειτουργούσε ένα σύστημα ομαδοποίησης της ζήτησης. Η ΕΕ εγκαινίασε ένα παρόμοιο σύστημα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, ελπίζοντας να μειώσει τις υψηλές τιμές. Όμως λίγες εταιρείες συμμετείχαν τελικά.

Παρόλα αυτά, η ομαδοποίηση παραγγελιών από ιδιώτες προμηθευτές και η σύνδεσή τους με Αμερικανούς προμηθευτές είναι ένας τρόπος με τον οποίο το μπλοκ μπορεί να απορροφήσει μεγαλύτερες ποσότητες αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου. Ανησυχίες σχετικά με τις τιμές του υγροποιημένου φυσικού αερίου αιωρούνται επίσης πάνω από τις συνομιλίες.
Η ΕΕ απαιτεί από τις χώρες να γεμίζουν τις δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων τους στο 90% της χωρητικότητάς τους έως την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους και οι πρωτεύουσες ανησυχούν ότι η καλοκαιρινή βιασύνη για την αγορά προμηθειών – μεγάλο μέρος των οποίων είναι αμερικανικές – θα ανεβάσει το κόστος. Οι χώρες της ΕΕ πιέζουν να χαλαρώσουν αυτούς τους κανόνες, ελπίζοντας ότι η ευελιξία αυτή θα τους επιτρέψει να δαπανήσουν συνολικά λιγότερα χρήματα για υγροποιημένο φυσικό αέριο.
Την Πέμπτη, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προειδοποίησε ότι η ΕΕ θα απαντήσει με τον ίδιο τρόπο στην επαναφορά των δασμών, αλλά προς το παρόν, όπως είπε, «θέλουμε να δώσουμε στις διαπραγματεύσεις μια ευκαιρία».
Αλλαγή γραμμής
Περισσότερα από τρία χρόνια μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης είναι εύθραυστη. Το υγροποιημένο φυσικό αέριο των ΗΠΑ βοήθησε να καλυφθεί το ρωσικό κενό εφοδιασμού της Ευρώπης κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης του 2022-2023.
Όμως, τώρα που οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ έχουν κλονιστεί, οι επιχειρήσεις είναι επιφυλακτικές ότι η εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει γίνει ένα ακόμη τρωτό σημείο για το μπλο.
Σε αυτό το πλαίσιο, στελέχη μεγάλων εταιρειών της ΕΕ έχουν αρχίσει να λένε αυτό που θα ήταν αδιανόητο πριν από ένα χρόνο: ότι η εισαγωγή κάποιας ποσότητας φυσικού αερίου από τον ρωσικό κρατικό γίγαντα Gazprom, θα μπορούσε να είναι μια καλή ιδέα.

Αυτό θα απαιτούσε άλλη μια σημαντική αλλαγή πολιτικής, δεδομένου ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 έκανε την Ευρωπαϊκή Ένωση να δεσμευτεί ότι θα σταματήσει τις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας μέχρι το 2027.
Η Ευρώπη έχει περιορισμένες επιλογές. Οι συνομιλίες με τον γίγαντα του υγροποιημένου φυσικού αερίου Κατάρ για περισσότερο φυσικό αέριο έχουν βαλτώσει, και ενώ η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει επιταχυνθεί, ο ρυθμός δεν είναι αρκετά γρήγορος ώστε η ΕΕ να αισθάνεται ασφαλής.
«Εάν υπάρξει ειρήνη στην Ουκρανία, θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε σε ροές 60 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων, ίσως 70, ετησίως, συμπεριλαμβανομένου του LNG», δήλωσε στο Reuters ο Didier Holleaux, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της γαλλικής Engie, σε συνέντευξή του.
Το γαλλικό κράτος κατέχει εν μέρει την Engie, η οποία ήταν από τους μεγαλύτερους αγοραστές φυσικού αερίου της Gazprom. Ο Holleaux δήλωσε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να προμηθεύσει περίπου το 20-25% των αναγκών της ΕΕ, από 40% πριν από τον πόλεμο.
Η Γερμανία με τη σειρά της στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο για να βοηθήσει στην προώθηση του μεταποιητικού της τομέα μέχρι τον πόλεμο στην Ουκρανία και έχει λιγότερες επιλογές.
Στο Χημικό Πάρκο Leuna, ένα από τα μεγαλύτερα χημικά συμπλέγματα της Γερμανίας που φιλοξενεί εργοστάσια της Dow Chemical και της Shell (SHEL.L), ορισμένοι κατασκευαστές λένε ότι το ρωσικό αέριο θα πρέπει να επιστρέψει γρήγορα.
Η Ρωσία κάλυπτε το 60% των τοπικών αναγκών, κυρίως μέσω του αγωγού Nord Stream, ο οποίος ανατινάχθηκε το 2022. «Βρισκόμαστε σε σοβαρή κρίση και δεν μπορούμε να περιμένουμε», δήλωσε ο Christof Guenther, διευθύνων σύμβουλος της InfraLeuna, του φορέα εκμετάλλευσης του πάρκου.
Με τη σειρά του ο Klaus Paur, διευθύνων σύμβουλος της Leuna-Harze, μιας μεσαίου μεγέθους εταιρείας παραγωγής πετροχημικών προϊόντων στο Leuna Park είπε: «Χρειαζόμαστε το ρωσικό φυσικό αέριο, χρειαζόμαστε φθηνή ενέργεια, ανεξάρτητα από το από πού προέρχεται. Χρειαζόμαστε τον Nord Stream 2, επειδή πρέπει να διατηρήσουμε το ενεργειακό κόστος υπό έλεγχο».
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι σχεδόν το ένα τρίτο των Γερμανών ψήφισε φιλικά προς τη Ρωσία κόμματα στις ομοσπονδιακές εκλογές του Φεβρουαρίου. Στο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας, την ανατολική γερμανική περιφέρεια όπου ο αγωγός Nord Stream καταλήγει στην ξηρά, αφού περάσει από τη Ρωσία κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα, το 49% των Γερμανών επιθυμεί την επιστροφή στις ρωσικές προμήθειες φυσικού αερίου, σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήγαγε το ινστιτούτο Forsa.
Μοχλός πίεσης
Πέρυσι, το αμερικανικό φυσικό αέριο κάλυψε το 16,7% των εισαγωγών της ΕΕ, μετά το 33,6% της Νορβηγίας και του 18,8% της Ρωσίας. Φέτος, το ρωσικό μερίδιο αναμένεται να πέσει κάτω από το 10%, μετά το κλείσιμο των αγωγών από την Ουκρανία.
Οι υπόλοιπες ροές είναι κυρίως υγροποιημένο φυσικό αέριο από τη Novatek. Έτσι, η ΕΕ ετοιμάζεται να αγοράσει περισσότερο αμερικανικό LNG. Άλλωστε, την περασμένη εβδομάδα, ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ Μάρος Σέφτσοβιτς δήλωσε: «Σίγουρα, θα χρειαστούμε περισσότερο LNG».
Ο δασμολογικός πόλεμος έχει ενισχύσει την ανησυχία της Ευρώπης για την εξάρτηση από το αμερικανικό φυσικό αέριο, δήλωσε η Τατιάνα Μίτροβα, ερευνήτρια στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια. «Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να θεωρήσουμε το αμερικανικό LNG ως ουδέτερο εμπόρευμα. Κάποια στιγμή μπορεί να μετατραπεί σε γεωπολιτικό εργαλείο», πρόσθεσε η Τ. Μίτροβα.
Εάν ο εμπορικός πόλεμος κλιμακωθεί, υπάρχει ένας μικρός κίνδυνος οι Ηνωμένες Πολιτείες να συγκρατήσουν τις εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, δήλωσε ο Arne Lohmann Rasmussen, επικεφαλής αναλυτής της Global Risk Management.
Ένας ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας, συμφώνησε, λέγοντας ότι κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει «να χρησιμοποιηθεί αυτό ως μοχλός πίεσης».
Σε περίπτωση που οι εγχώριες τιμές του αμερικανικού φυσικού αερίου εκτοξευθούν λόγω της αυξανόμενης βιομηχανικής και AI ζήτησης, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να περιορίσουν τις εξαγωγές προς όλες τις αγορές, δήλωσε ο Warren Patterson, επικεφαλής στρατηγικής εμπορευμάτων στην ING.
Το 2022, η ΕΕ έθεσε έναν μη δεσμευτικό στόχο να τερματίσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου έως το 2027, αλλά καθυστέρησε δύο φορές να δημοσιεύσει σχέδια σχετικά με τον τρόπο. Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρνήθηκε να σχολιάσει τα σχόλια των εταιρειών.